Οι Κήποι του Πασά και το ιστορικό σιντριβάνι

Στην Ανατολική εκτός των τειχών περιοχή της Θεσσαλονίκης δεσπόζουν μέχρι το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα τα ανατολικά βυζαντινά τείχη με τους  πύργους τους. Την περιοχή αυτή, που διέτρεχαν χείμαρροι, τα μόνα σημεία αναφοράς πριν από την οργανωμένη επέκταση της πόλης στα τέλη του 19ου αιώνα αποτελούν οι νεκροπόλεις των διαφόρων κοινοτήτων της πόλης, που δημιουργούνται στις ίδιες περιοχές όπου και τα κοιμητήρια της παλαιοχριστιανικής εποχής.

Το 1874 παραχωρείται από το Οθωμανικό Δημόσιο στην Ελληνική Κοινότητα μεγάλη έκταση εκτός των ανατολικών τειχών προκειμένου να ιδρύσει νεκροταφείο για τα μέλη της. Αυτή παραχωρεί το 1876 τον χώρο στη Φιλόπτωχο Αδελφότητα Ανδρών Θεσσαλονίκης για να εγκαταστήσει και να συντηρήσει το Νεκροταφείο. Από την έκταση, που είχε παραχωρηθεί αρχικά στην Ελληνική Κοινότητα, αποσπώνται σταδιακά τμήματα προκειμένου να δημιουργηθούν τα νεκροταφεία της αρμενικής και της εξαρχικής κοινότητας καθώς και των διαμαρτυρομένων, αλλά και για τη δημιουργία του Δημοτικού Νοσοκομείου.

Το Δημοτικό Νοσοκομείο, η ανοικοδόμηση του οποίου άρχισε στα 1902-1903 και εγκαινιάστηκε το 1904, καταλαμβάνει και αναπτύσσεται στην περιοχή στα Β/ΒΑ των κοιμητηρίων της Ευαγγελιστρίας και στα δυτικά του χειμάρρου που διασχίζει την περιοχή. Η πρωτοβουλία της ίδρυσής του οφείλεται στον τότε Δήμαρχο Θεσσαλονίκης .Χουλουσή Μπέη  και τα σχέδια αποδίδονται στον Ξενοφώντα Παιονίδη. Στον ίδιο χώρο θα δημιουργηθούν και θα αναπτυχθούν διαδοχικά το κυρίως κτίριο του Νοσοκομείου, το Λυσσιατρείο στα Νότια του κεντρικού κτιρίου και το Φθισιατρείο στο ΒΑ άκρο του οικοπέδου. Μεταξύ του Νοσοκομείου και του Φθισιατρείου δημιουργήθηκε ένας μεγάλος κήπος που έλαβε αργότερα την ονομασία «Κήποι του Πασά».

Οι «Κήποι του Πασά» δημιουργούνται ταυτόχρονα με το Νοσοκομείο και αποτελούν αρχικά αναπόσπαστο τμήμα του. Η ημερομηνία κατασκευής, που βρίσκεται σε διάτρητο ανάγλυφο της κάτω ζώνης του κεντρικού σιντριβανιού, είναι αδιάψευστη μαρτυρία. Αναγράφεται η ημερομηνία του ισλαμικού έτους 1320 (1904). Η δημιουργία του Δημοτικού αυτού Πάρκου   αποτελεί τμήμα ενός συνολικού σχεδιασμού εξωραϊσμού της πόλης, που ξεκίνησε δεκαπέντε χρόνια νωρίτερα με τη δημιουργία της οδού Χαμηδιέ και του  ομώνυμου σιντριβανιού, όπως αναφέρει  ο ιστορικός της αρχιτεκτονικής καθηγητής Βασίλης Κολώνας.

Δομή του Πάρκου και του ιστορικού Σιντριβανιού

Ο χώρος του Πάρκου, όπως αρχικά και του Νοσοκομείου είναι περιφραγμένος με μαντρότοιχο από λιθοδομή. Σε μεγάλο τμήμα του στην κατωφέρεια μεταξύ σιντριβανιού και Νοσοκομείου δημιουργήθηκε αρχικά πευκώνας με την φύτευση δεκάδων πεύκων.

Το σιντριβάνι στους Κήπους του Πασά περιελάμβανε τρεις κατασκευές: το κυρίως κτίσμα που είναι και το μεγαλύτερο και περιλαμβάνει μια σήραγγα στην κάτω ζώνη του, μια δεξαμενή με υπέργεια απόληξη και ένα κτίσμα με χρήση μικρού καθιστικού.

Τα κτίσματα του σιντριβανιού μελέτησαν αρχικά το 1983 οι αρχιτέκτονες Π. Αστρεινίδου και Κλ. Θεολογίδου οι οποίες για πρώτη φορά  συνέδεσαν τη μορφολογία και τυπολογία της κατασκευής του με τα σύγχρονά του ρεύματα της «φανταστικής αρχιτεκτονικής» των αρχών του 20ού αιώνα που εμφανίστηκαν σε όλη την Ευρώπη και ιδιαίτερα με το έργο  του καταλανού αρχιτέκτονα Antoni Gaudi όπως αυτό αποτυπώνεται στη δημιουργία του Πάρκου Guell στη Βαρκελώνη (1906).

Η κάτω ζώνη των κατασκευών δομείται με ακατέργαστη πέτρα και η ανώτερη ζώνη με πλίνθους. Στο κεντρικό τμήμα της η  κυρίως κατασκευή ενισχύεται με σιδηροδοκούς που αποτελούν τα φέροντα στοιχεία της. Το κονίαμα λειτουργεί τόσο ως συνδετικό υλικό αλλά και ως  μορφοπλαστικό  υλικό στην όλη διαμόρφωση, που έχει την εικόνα μεγάλου σύνθετου γλυπτού. Την όλη σύνθεση ολοκληρώνουν διακοσμητικές ταινίες από μεταλλευτική μαύρη σκουριά (κατάλοιπα χύτευσης), ενώ οι πήλινες γλάστρες που υπήρχαν δεν διασώζονται σήμερα. Στις μικρές συμπληρωματικές κατασκευές του συνόλου του σιντριβανιού διακρίνονται διαμορφώσεις διακοσμητικές  ζωόμορφες και σύμβολα τεκτονικά. Στην πρώτη φάση της κατασκευής του το σιντριβάνι περιελάμβανε και πρόσθετες κατασκευές όπως ένα κιόσκι από κλαριά στο τμήμα του μικρού καθιστικού , όπως τεκμηριώνεται από φωτογραφίες που διασώζονται στη Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης (έρευνα Β. Κολώνα).

Το Πάρκο στην πορεία του χρόνου

Ήδη το 1955 είχε κατεδαφιστεί το κτίσμα του Φθισιατρείου. Μετά την παραχώρηση του Δημοτικού Νοσοκομείου στο Ελληνικό Δημόσιο το 1971, η έκταση του πάρκου αποκόπηκε από αυτό και αποτέλεσε αυτόνομο χώρο πρασίνου, τον οποίο διαχειρίζεται ο Δήμος Θεσσαλονίκης. Τα ανατολικά όρια του Πάρκου αποτελούν και το διοικητικό όριο μεταξύ του Δήμου Θεσσαλονίκης και του Δήμου Αγίου Παύλου (σήμερα Δήμου Νεάπολης -Συκεών).

Ενώ οι «Κήποι του Πασά» έχουν χαρακτηρισθεί ως διατηρητέο μνημείο από το Υπουργείο Πολιτισμού ήδη από το 1984, σταδιακά αποσπάστηκαν τμήματα του Πάρκου και αποδόθηκαν για την ανέγερση εκπαιδευτηρίων, δημιουργίας χώρου αθλοπαιδιών  και  στάθμευσης οχημάτων (1985).

Νεώτερες διαμορφώσεις κατά τη  δεκαετία του 1990  εμπλουτίζουν  το υψηλό και χαμηλό πράσινο του χώρου είναι όμως αποσπασματικές και δεν ολοκληρώνουν τον ιστορικό χαρακτήρα  του συνόλου. Η μεγάλη έλλειψη είναι αυτή του νερού. Καμία από τις επεμβάσεις στο χώρο, ούτε αυτή της τμηματικής αποκατάστασης του ιστορικού σιντριβανιού από το ΥΠΠΟ, απέδωσε στο ιστορικό σιντριβάνι την αρχική του λειτουργία.

Προβλήματα διαχείρισης έχουν υποβαθμίσει τη χρήση του ιστορικού πάρκου και οι πρωτοβουλίες της Σχολικής Κοινότητας και των Εθελοντικών Οργανώσεων των Ενεργών Πολιτών είναι περισσότερο από ποτέ απαραίτητες για την  βιώσιμη ανάπτυξη  των «Κήπων του Πασά».

Πηγή: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ